Τέλος πια τα ψέματα

















Έξι μήνες μετά από τις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου 2015 η χώρα μας σύρεται κυριολεκτικά προς ένα τρίτο μνημόνιο, που - όχι άδικα - ο Γιάνης Βαρουφάκης χαρακτήρισε ως μια νέα Συνθήκη των Βερσαλλιών. Η χώρα μας, χρεοκοπημένη, μετά από την επί πέντε χρόνια αδιέξοδη εφαρμογή δύο μνημονίων λιτότητας, και ηττημένη, μετά από πέντε μήνες αδιέξοδων διαπραγματεύσεων, καλείται να υλοποιήσει αναγκαστικά ένα άκρως τιμωρητικό πρόγραμμα. Ένα πρόγραμμα που επιβάλλεται στην Ελλάδα από τους δανειστές της όπως είχε επιβληθεί από τους νικητές του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου στην ηττημένη Γερμανία ένα δυσβάσταχτο πρόγραμμα πολεμικών αποζημιώσεων.

Για να φθάσουμε όμως έως εδώ, έγιναν απίστευτα πράγματα τόσο κατά τα τελευταία πέντε χρόνια όσο και κατά το τελευταίο επτάμηνο με την ευθύνη να μοιράζεται - ανάλογα με τα χρόνια της θητείας τους - στην κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ, στην κυβέρνηση του Λουκά Παπαδήμου, στη συγκυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ και στη συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ. Φυσικά έχει τις δικές του ευθύνες και ο ελληνικός λαός τόσο με την επιλογή των κυβερνήσεων όσο και με τις αντιφατικές θέσεις του.

Η προεκλογική εκστρατεία του ΣΥΡΙΖΑ στηρίχτηκε στο υψηλού κόστους Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, στο σκίσιμο των Μνημονίων και στη σύναψη νέας συμφωνίας με τους δανειστές κατόπιν σκληρής διαπραγμάτευσης, χωρίς όμως να διακυβεύεται η παρουσία μας στην Ευρώπη και το ευρώ. Ακριβώς όλα όσα ήθελε να ακούει, κατά τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, ο ήδη κουρασμένος και πάντα εύπιστος ελληνικός λαός. 
Στις επίμονες ερωτήσεις των δημοσιογράφων για το πού θα βρείτε τα λεφτά και τι θα γίνει αν οι δανειστές δεν συναινούσαν στο σκίσιμο των μνημονίων, οι εκπρόσωποι του ΣΥΡΙΖΑ, από οποιαδήποτε συνιστώσα κι αν προέρχονταν, είτε δεν απαντούσαν, είτε χαμογελούσαν, είτε τολμούσαν κάποιες γενικόλογες απαντήσεις. Η εξουσία είχε αρχίσει να τους χαμογελάει και στο όνομα αυτής παραμέρισαν και τις όποιες ιδεολογικές διαφορές τους. Αυτές, ωστόσο, τις εξέφρασαν με έμφαση μετά την αποδοχή του νέου σκληρού μνημονίου από τον Πρωθυπουργό, τον οποίο κατηγόρησαν μεταξύ άλλων και για την απουσία εναλλακτικού σχεδίου.
Εύλογα, λοιπόν, γεννιούνται τα ερωτήματα : Όλοι αυτοί οι σήμερα διαφωνούντες ήταν ή δεν ήταν προεκλογικά στον ΣΥΡΙΖΑ; Και βέβαια ήταν. Διαφώνησαν έστω σε κάποια στιγμή με την προεκλογική εκστρατεία του κόμματός τους; Όχι βέβαια. Παρουσίασαν το δικό τους πειστικό εναλλακτικό σχέδιο κατά την περίπτωση της πλήρους ρήξης με τους δανειστές; Όχι βέβαια.
Μετά από τις δεσμεύσεις που είχε αναλάβει η χώρα με τα δύο προηγούμενα μνημόνια, γνώριζαν ότι μέσα στην Ευρώπη ήταν ανέφικτη η εφαρμογή όλων όσων είχαν υποσχεθεί προεκλογικά; Ναι, βέβαια.
Και αφού το γνώριζαν γιατί ήθελαν να κυβερνήσουν; Η επιστήμη σηκώνει τα χέρια ψηλά.

















Η ελληνική δανειακή σύμβαση (MFFA) έληγε στις 31 Δεκεμβρίου 2014. Λίγες μέρες νωρίτερα, στις 19 Δεκεμβρίου 2014, το Διοικητικό Συμβούλιο του EFSF αποφάσισε να χορηγήσει μία τεχνική παράταση μέχρι τις 28 Φεβρουαρίου 2015, προκειμένου να διευκολύνει και τη διενέργεια των πρόωρων εκλογών εξαιτίας της σίγουρης μη εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας.

Η προεκλογική εκστρατεία του ΣΥΡΙΖΑ στηρίχθηκε σε ψέματα και αυτό από μόνο του ήταν ένα τεράστιο λάθος. Χωρίς αυτά τα ψέματα ίσως και να είχε χάσει τις εκλογές. Κρίνοντας από το γεγονός ότι ήταν παντελώς ανέτοιμη  να κυβερνήσει η πρώτη αριστερή κυβέρνηση αλλά και από όσα έχουν συμβεί μέχρι σήμερα ίσως θα ήταν καλύτερα αν είχε χάσει. Όμως αυτό δεν συνέβη. Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ που προέκυψε μετά από τις πρόωρες εκλογές της 25ης Ιανουαρίου 2015 ξεκίνησε με ένα ακόμη τεράστιο λάθος. Μετά από ένα μήνα σκληρής διαπραγμάτευσης, στις 27 Φεβρουαρίου 2015, το Διοικητικό Συμβούλιο του EFSF αποφάσισε να επεκτείνει την ελληνική MFFA κατά τέσσερις μήνες, μέχρι τις 30 Ιουνίου 2015. Στην παράταση αυτή, που αποδέχτηκε με ικανοποίηση η κυβέρνηση, δεν υπήρχε η παραμικρή πρόβλεψη χρηματοδότησης της χώρας που εξ αρχής είχε δεσμευτεί να πληρώνει κανονικά όλες τις υποχρεώσεις της προς τους δανειστές. Εκ του τελικού αποτελέσματος και των όσων συνέβησαν από τις 30 Ιουνίου 2015 και μετά αποδείχτηκε ότι ουσιαστικά δεν εξυπηρέτησε τα σχέδια της συγκυβέρνησης ώστε να επιτύχει μια καλύτερη συμφωνία. Τα μόνα κέρδη που είχε ήταν η παραίτηση Σαμαρά και η εκτεταμένη διεθνοποίηση του ελληνικού προβλήματος.

Όσα συνέβησαν από τις 30 Ιουνίου 2015 και μετά είναι γνωστά και δεν θα αναφερθώ περαιτέρω. Αν, όμως, όλα αυτά είχαν συμβεί από τις 28 Φεβρουαρίου και μετά, μήπως θα ήταν πολύ καλύτερα; Προσωπικά θεωρώ πως ναι, διότι θα ήταν πολύ πιο νωπή η λαϊκή εντολή, θα είμαστε αρκετά νωρίτερα από την τουριστική περίοδο και θα είχαν τονισθεί έγκαιρα και τα ψέματα της προεκλογικής εκστρατείας της Νέας Δημοκρατίας. Αν τα έχετε ξεχάσει θα σας θυμίσω ότι ο Σαμαράς έλεγε ότι θα είναι κρίμα να πάνε χαμένες οι θυσίες του ελληνικού λαού, αφού στις 28 Φεβρουαρίου 2015 τελειώνουν τα μνημόνια και η Ελλάδα θα είναι σε θέση να δανειστεί στη συνέχεια από τις αγορές.
Δεν έχει σημασία αν τα ψέματα του ΣΥΡΙΖΑ ήταν μεγαλύτερα από αυτά της ΝΔ ή το αντίστροφο. Απλά, ο ΣΥΡΙΖΑ δια του Πρωθυπουργού είχε τη δυνατότητα αμέσως μετά από τις 28 Φεβρουαρίου 2015 να ενημερώσει, πάλι με τις Τράπεζες κλειστές, τη Βουλή και κατά συνέπεια τον ελληνικό λαό για τις αναμενόμενα άγριες διαθέσεις των δανειστών απέναντι στην πρώτη αριστερή ελληνική κυβέρνηση, για την πλήρη αδυναμία δανεισμού της χώρας από τις αγορές και για τις δύο μόνο λύσεις που είχε μπροστά του, αυτή της εξόδου από την Ευρώπη και αυτή της σύναψης μιας νέας σκληρής και αδιέξοδης δανειακής σύμβασης με τον ESM.
Χωρίς την κατάλληλη προετοιμασία και χωρίς την απαιτούμενη κοινωνική συναίνεση δεν είχε την επιλογή της πρώτης λύσης, που θα μπορούσε να κατατεθεί γραπτά με ένα υπερήφανο ΟΧΙ και την ανυπότακτη υπογραφή του Ευκλείδη Τσακαλώτου. Έτσι, θα επέλεγε υποχρεωτικά τη δεύτερη λύση που θα συνοδευόταν με μία τεράστια συγγνώμη προς τον ελληνικό λαό για όλα τα ψέματα της προεκλογικής εκστρατείας του κόμματός του. Ταυτόχρονα, θα είχε ξεμπροστιάσει έγκαιρα τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ για τα δικά τους προεκλογικά ψέματα και θα τους είχε υποχρεώσει ευκολότερα να ψηφίσουν το νέο μνημόνιο, το οποίο γνώριζαν πολύ καλά κι εκείνοι ότι θα υπέγραφαν αν θα συνέχιζαν τη διακυβέρνηση της χώρας. 



















Αντίθετα, από τις 30 Ιουνίου 2015 και μετά, και ύστερα από ένα άκρως διχαστικό δημοψήφισμα κατά το οποίο το 62% του ΟΧΙ μετατράπηκε αναγκαστικά σε ΝΑΙ, έχασε αυτό το πλεονέκτημα. Η αντιπολίτευση βρήκε την ευκαιρία να καταλογίσει στη συγκυβέρνηση ότι έφερε τη χώρα σε αδιέξοδο εξαιτίας των σφαλμάτων της κατά τις διαπραγματεύσεις των τελευταίων τεσσάρων μηνών, ενώ με το δημοψήφισμα ανάγκασε τους Ευρωπαίους εταίρους μας να άρουν και την όποια εμπιστοσύνη μπορεί να είχαν στην πρώτη αριστερή ελληνική κυβέρνηση. Έτσι, τους έδωσε το δικαίωμα σήμερα και να ψηφίζουν τα νέα μέτρα και να της κουνάνε το δάχτυλο για τις ευθύνες της, εννοώντας βέβαια κατά βάθος ότι μπορεί να γίνει ένας κάποιος συμψηφισμός των ευθυνών. Και, βέβαια, αν συμβεί αυτό, θα έχει υποπέσει σε ένα ακόμη τεράστιο λάθος η σημερινή κυβέρνηση.

Σε κάθε περίπτωση αυτός που θα είναι πάντα χαμένος είναι ο ελληνικός λαός. Ένας ιδιαίτερος λαός, που οφείλει πλέον να αντιδράσει απαιτώντας από όλα τα κόμματα να τον ενημερώνουν έγκαιρα, τεκμηριωμένα και χωρίς ψέματα πια για όλα όσα θα κληθεί να αντιμετωπίσει σε ένα μέλλον που προμηνύεται, είτε επιτευχθεί είτε όχι η συμφωνία, τουλάχιστον δύσκολο αν όχι ζοφερό. Επίσης, ο λαός πρέπει να ενημερωθεί ξεκάθαρα για το πόσο θα επηρεάσει την καθημερινότητά του η συνέχιση της ευρωπαϊκής πορείας της χώρας με το τρίτο μνημόνιο και πόσο με την έξοδο της χώρας από την Ευρώπη.
Τέλος, πρέπει να απαιτήσουμε ώστε με αποφασιστικά στοχευμένες προσαρμογές να αποκτήσουμε ένα κράτος δικαίου με την πάταξη της διαπλοκής και της διαφθοράς, με ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα και με αναβάθμιση των τομέων της Υγείας, της Παιδείας και της Κοινωνικής Πρόνοιας.

Ακόμη, θα επιμείνω λίγο περισσότερο στη Ζωή Κωνσταντοπούλου ως συνέχεια της θέσης που είχα εκφράσει στην προγενέστερη ανάρτησή μου "Ευρώ ή Δραχμή".
Η Ζωή Κωνσταντοπούλου δουλεύει πολύ ως Πρόεδρος της Βουλής, ενώ συμμετέχει ως μέλος ή ενισχύει κομβικές Επιτροπές της Βουλής, όπως αυτές των Θεσμών και Διαφάνειας, της Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης, των Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, της Διεκδίκησης των Γερμανικών Αποζημιώσεων και της Αλήθειας για το Δημόσιο χρέος.
Εξαιτίας όλων αυτών θεωρώ ότι είναι η μόνη που δικαιολογείται από το ΣΥΡΙΖΑ να καταψηφίσει ένα τρίτο μνημόνιο. Διαφορετικά, θα ακύρωνε και τη δουλειά της και τον εαυτό της.

Αλέξανδρος Παπαδόπουλος